Ο Αρχιμανδρίτης, Πάτερ Ιάκωβος, σε ένα από τα βραδινά «παρακάθια» στο σπίτι της Μαίρης, που με φιλοξενεί στο Queens της Νέας Υόρκης, μας διηγήθηκε πώς καλογέρεψε και μεταξύ άλλων μας απήγγειλε κι ένα ποίημα που ο ίδιος είχε γράψει... τότε.
Όχι, ποτέ δεν το είχε γράψει αλλά το θυμόταν σαν να το είχε κάπου γραμμένο...
Κάποια στιχάκια του μάλιστα, μας τα τραγούδησε και σε μουσική 'Ερωτόκρητου'...
Όχι, ποτέ δεν το είχε γράψει αλλά το θυμόταν σαν να το είχε κάπου γραμμένο...
Κάποια στιχάκια του μάλιστα, μας τα τραγούδησε και σε μουσική 'Ερωτόκρητου'...
Γλυκό μοναστηράκι μου
Όταν σε βάζει ο νους μου
Γονείς κι αδέλφια λησμονώ
Και όλους τους δικούς μου
Όταν φυσά η γέφυρα
Στα υψηλά της μέρη
Χαίρε εφραίνων έρημος
Των μοναχών λημέρι
Φεύγω μανούλα μου γλυκειά
Και πάω να μονάσω
Δώσε μου την ευχούλα σου
Τους κόπους μου μη χάσω
Μη κλαις μανούλα μου γλυκειά
Και δως μου την ευχή σου
Και πες πως δεν με γέννησες
Δεν είμαι πια παιδί σου
Εις την επίγειον ζωήν
Τα πάντα ματαιότης
Δόξα, τιμή και χρήματα
Πλούτη και ωραιότης
Τι καρτερείς λοιπόν ψυχή
Τι άσκοπα ρεμβάζεις;
Στις μετανοίας την οδό
Ψυχή γιατί στενάζεις;
Ας είχα άπειρες ψυχές
Για να τις θυσιάσω
Για να σταθεί πολύ ψηλά
Το τιμημένο ράσο
Σου στέλνω σώμα να χαρείς
Δεν θέλω να δακρύσεις
Σου στέλνω τον καλόγερο
Να μην τον λυσμονήσεις
Μη με κοιτάς, μη μου μιλάς
Μη μου κρατάς κακία
Να σου μιλήσω δεν μπορώ
Είμαι φωτογραφία
Εγώ και η Μαίρη συγκινηθήκαμε ακούγοντάς τον, θαρρώ πως και κάποια δάκρυα ήθελαν να βγουν – δεν ξέρω για την Μαίρη αλλά εγώ ένοιωθα σαν να το είχα γράψει η ίδια τον καιρό που εγώ άφηνα μάννα, αδέλφια, φίλους και συγγενείς στο Καλοχώρι Σερρών για να πάω σε ξένη γη και σ' άγνωστα μέρη...
Είδες, λοιπόν, πως και οι καλόγεροι νοιώθουν σαν ξενητεμένοι;
Ή και αντίθετα – πως και οι ξενητεμένοι νοιώθουν σαν καλόγεροι;